Το δωμάτιο ήταν τριγωνικό.
Ερμητικά κλειστό, χωρίς πόρτα ή κάποιο παράθυρο.
Δεν υπήρχε κάποια ένδειξη που να μαρτυρά την παρουσία ζωής εντός του. Ούτε την απουσία.
Είχε πια συνηθίσει την απόλυτη ησυχία, την απομόνωση και το σκοτάδι. Και οι σιωπές ακόμη δεν την τρόμαζαν.
Είχε καταφέρει επιτέλους να γίνει η εκείνη με τα χέρια της, η εκείνη με τα πόδια της, ψιθύριζε τα μυστικά της στα γόνατά της, τραγουδούσε στις παλάμες της και με τους μυτερούς αγκώνες της παίζανε κρυφτό.
Έπλεκε τα μακρυά μαλλιά της, και τα τύλιγε σφιχτά γύρω από τον λαιμό, φροντίζοντας πάντοτε οι τούφες στο τελείωμά τους να βρίσκονται κοντά στο πρόσωπο, για να χαϊδεύει μ' αυτές τις βλεφαρίδες της, ή τα χείλη, προσπαθώντας μ' αυτόν τον τρόπο, να εξισορροπήσει την άβολη αίσθηση του πνιγμού.
Ξάπλωνε ανάσκελα σφίγγοντας και χαλαρώνοντας γι' αμέτρητες φορές τους μύες της πλάτης, μέχρι να νιώσει το ψυχρό πάτωμα σε κάθε εκατοστό της.
Όταν ένιωθε πλήξη, ψηλάφιζε ένα ένα τα κόκαλα του κορμιού της, προσπαθώντας να τ' απαριθμήσει, μα όταν έφταινε στην λεκάνη, στους αστραγάλους, στην κλείδα άλλες φορές, τα μάτια της έλαμπαν ξαφνικά, έστρεφε το κεφάλι ψηλά τεντώνοντας τον λαιμό, και γελούσε δυνατά με κοριτσίστικη χαρά, ξεχνώντας πάντοτε σε ποιο νούμερο βρισκόταν.
Άλλες φορές έγραφε ποιήματα και στίχους πάνω στο στομάχι της ή ζωγράφιζε φιγούρες κάνοντάς τις να χορεύουν στον ρυθμό της ανάσας της, σφίγγοντας τους μύες της κοιλιάς της.
Με τα νύχια της χάραζε σχήματα και σύμβολα στους μηρούς της, έπειτα με τ' ακροδάχτυλά της χάιδευε το φουσκωμένο δέρμα και στοιχημάτιζε με τον χρόνο για τη διάρκειά τους. Το σύμβολο του απείρου ήταν το αγαπημένο της, το να παρακολουθεί να εξαφανίζεται σταδιακά, της έδινε τεράστια ικανοποίηση και ισχύ, την γοήτευαν τέτοιου είδους ασήμαντες ειρωνίες.
Αγνοούσε οποιαδήποτε μορφή ζωής εκτός του δωματίου, ο κόσμος γι' αυτή βρισκόταν στην κατάσταση υπέρθεσης.
Ο κόσμος για εκείνη ήταν νεκροζώντανος.
*ξανά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου