Για να δοκιμάσει τα όρια της σχέσης μεταξύ κοινού κι ερμηνευτή, η Marina Abramovic δημιούργησε μία από τις πιο προκλητικές της παραστάσεις. Ανέθεσε έναν παθητικό ρόλο στον εαυτό της, δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό να ενεργήσει. Τοποθέτησε πάνω σ' ένα τραπέζι 72 αντικείμενα, τα οποία το κοινό θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πάνω της, με οποιονδήποτε τρόπο ήθελε. Κάποια από αυτά ήταν αντικείμενα τα οποία θα μπορούσαν να δώσουν ευχαρίστηση, κάποια τα οποία θα μπορούσαν να προκαλέσουν πόνο, κι άλλα που θα μπορούσαν να την βλάψουν.
Ανάμεσά τους, υπήρχαν ένα τριαντάφυλλο, ένα φτερό, μέλι, ένα μαστίγιο, ένα ψαλίδι, ένα νυστέρι, ένα όπλο, και μία σφαίρα. Για έξι ώρες, η καλλιτέχνιδα έδινε την ευκαιρία στο κοινό να χειριστεί το κορμί της και τις πράξεις της. Αρχικά, οι παρευρισκόμενοι αντέδρασαν προσεκτικά και με σύνεση, αλλά όσο περνούσε ο χρόνος (και η καλλιτέχνιδα εξακολουθούσε να παραμένει παθητική), οι άνθρωποι γινόταν όλο και πιο επιθετικοί.
Η Abramovic το περιέγραψε αργότερα ως εξής:
"Αυτό που συνειδητοποίησα ήταν ότι αν αφεθείς στη βούληση του κοινού, μπορούν ακόμη και να σε σκοτώσουν... Ένιωθα να με παραβιάζουν, έκοβαν τα ρούχα μου, τοποθετούσαν αγκάθια στο στομάχι μου, κάποιος στόχευε με το όπλο στο κεφάλι μου... Όλο αυτό δημιούργησε μία πολύ επιθετική ατμόσφαιρα. Μετά από έξι ώρες ακριβώς, όπως ήταν προγραμματισμένο, σηκώθηκα και άρχισα να περπατώ προς το κοινό. Όλοι τους έτρεχαν μακρυά, προσπαθώντας ν' αποφύγουν μία πραγματική αντιπαράθεση..."
Μετάφραση [κατά προσέγγιση] από Chimaera
5 σχόλια:
Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κατά τη διάρκεια των θεατρικών παραστάσεων οι ηθοποιοί που υποδύονταν ρόλους οι οποίοι επρόκειτο να βασανιστούν, αντικαθίσταντο από δούλους, οι οποίοι βασανίζονταν επί σκηνής μέχρι θανάτωσης, κάτω από τα χειροκροτήματα και τις επευφημίες του κοινού. Οι ρωμαίοι τραγικοί ποιητές, ιδίως οι «μεγάλοι», που τους λάτρευε το ρωμαϊκό κοινό και που τους μνημονεύουμε μέχρι και σήμερα, συναγωνίζονταν στο ποιος θα προσφέρει μέσω των τραγωδιών του, τις πιο ευφάνταστες και μακρόσυρτες σκηνές βασανιστηρίων μέχρι τελικής θανάτωσης. Αυτό γινόταν στα «απλά» θεατρικά, που παίζονταν καθημερινά στα ρωμαϊκά θέατρα. Στα αμφιθέατρα, όπως το Κολοσσαίο, λάμβαναν χώρα πιο μεγάλες και φαντασμαγορικές παραγωγές. Ο Νέρωνας είχε δώσει εντολή να εκπονηθεί ένα «έργο» όπου απαιτούσε να μετατραπεί η αρένα σε μια πισίνα τεραστίων διαστάσεων, μέσα στις οποία μπορούσαν να διαδραματιστούν πραγματικές ναυμαχίες με πραγματικές γαλέρες. Η πισίνα ήταν γεμάτη θαλάσσια κήτη, όπως καρχαρίες, τα οποία και κατασπάρασσαν όσους έπεφταν στο νερό. Ξαφνικά, υπήρχε σύστημα όπου αφού οι γαλέρες αποσύρονταν από την υδάτινη σκηνή, όλο το νερό άδειαζε μέσω αγωγών, αφήνοντας νεκρούς, πνιγμένους, σφαγιασμένους, μισοφαγωμένους καθώς και τα κήτη, που παρέμεναν επί σκηνής σφαδάζοντας. Τότε ξαμολιόντουσαν τα θηρία και ορδές πεζών και έφιππων μονομάχων όπου αποτέλειωναν ό,τι είχε απομείνει και αλληλοσκοτώνονταν εν μέσω των ζητωκραυγών ενός κοινού που παραληρούσε από ευχαρίστηση. Σε μια ανάλογη παράσταση, από λάθος του παραγωγού, στάλθηκαν χίλιοι δούλοι λιγότεροι, απ’ όσους σταυρούς είχαν στηθεί προκειμένου να λάβει χώρα μια τεραστίων διαστάσεων ομαδική σταύρωση. Ο σκηνοθέτης, προκειμένου να μην δημιουργηθεί «αισθητικό κενό» και δυσαρεστηθεί το κοινό του και οι επίσημοι, διέταξε τους λεγεωνάριους να συλλάβουν δια της βίας χίλιους από τους θεατές και να τους σταυρώσουν στη θέση των δούλων που έλειπαν.
Τέτοια ήταν η διάδοση και η λατρεία αυτών των θεαμάτων, από το ρωμαϊκό κοινό, που αξίζει να σημειωθεί ό,τι στις μικρότερες θεατρικές παραγωγές που αναφέρθηκα στην αρχή, υπήρχαν ελεύθεροι ρωμαίοι πολίτες-χορηγοί των παραστάσεων, που πλήρωναν προκειμένου να μην αντικατασταθούν οι ηθοποιοί από δούλους, αλλά από τους ίδιους, οι οποίοι επέλεγαν να βασανιστούν και να θανατωθούν επί σκηνής προκειμένου να βιώσουν την καλλιτεχνική πεμπτουσία. Αυτά όλα δεν ήταν μεμονωμένα ή σπάνια συμβάντα της ρωμαϊκής δραματικής τέχνης, αλλά λάμβαναν χώρα καθημερινά, επί αιώνες.
Αυτά σας τα αναφέρω, όχι επειδή δεν είναι γνωστά, αλλά για να τεκμηριώσω το σχόλιό μου που αφορά την Αμπράμοβιτς, η οποία, κατά τη γνώμη μου, αν μη τι άλλο, ΔΕΝ είναι πρωτότυπη, αλλά μάλλον παρωχημένη καλλιτέχνης μικρού θεματικού βεληνεκούς όσον αφορά το είδος της.
ΥΓ. Στις αρχαιοελληνικές τραγωδίες εθεωρείτο αντιαισθητικό και μόνο το να υποδύονται φόνους επί σκηνής. Τους φόνους τους διηγούνται πάντα εκ των υστέρων κάποιοι αυτόπτες μάρτυρες που μας πληροφορούν για ό,τι έχει γίνει, το οποίο ποτέ δεν δείχνεται. Ο Πικάσο λάτρευε τον ρωμαϊκό φορμαλισμό και απεχθανόταν την ελληνική τέχνη, κατά δική του δήλωση.
Σε υπερευχαριστώ για τις πληροφορίες και τον κόπο σου, εγώ προσωπικά δεν τα γνώριζα όλα αυτά και τα βρήκα πολύ ενδιαφέροντα.
Η τέχνη για μένα δεν είναι απαραίτητο να είναι πρωτότυπη για να καταφέρει να με αγγίξει.
Η τέχνη της Αμπράμοβιτς ίσως όντως είναι παρωχημένη, αλλά εγώ προσωπικά την αντιλαμβάνομαι τόσο όμορφα βίαιη, τρυφερά ανθρώπινη και άμεση. Και αυτονόητη ενδεχομένως :)
Σ' ευχαριστώ ξανά.
Σ’ ευχαριστώ για την απάντηση.
Δεν ήταν κόπος για μένα, μια και λόγω τεμπέλικης φύσης, θεωρώ κι εγώ με τη σειρά μου αυτονόητο το να μην κάνω κάτι αν μου προξενεί κόπο ή πόνο:) Όταν δεν φείδομαι του κόπου, κι ας είναι μέχρι εξάντλησης, δεν τον βιώνω ως κόπο.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν κατανοώ «άλλα» αυτονόητα ή πως δεν τα σέβομαι, αν δεν ενέχουν βία που επιβάλλεται δίχως συναίνεση. Αν η βία είναι κοινή επιλογή, δεν γεννάται ζήτημα για μένα ούτε βγάζω κάποιο συμπέρασμα απαξίωσης προς τους πομπούς και δέκτες της. Το αν φυσικά αρέσουν ή είναι ενδιαφέρουσες τέτοιες (και οι όποιες) αναζητήσεις, είναι ζήτημα της ελεύθερης, αισθητικής βούλησης του καθένα.
Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου ως προς την πρωτοτυπία. Και θα υπερθεματίσω λέγοντας πως η πρωτοτυπία είναι μάλλον εμπορική έννοια «καρότο», προκειμένου να δημιουργούνται κινήματα με εκπροσώπους καλλιτέχνες/θεωρητικούς/γκαλερίστες κλπ. και προφανώς καταναλωτές παρά ανταποκρίνεται στην όποια «πραγματικότητα», εντός της οποίας, όπως και αν εννοείται, είναι μάλλον άτοπο το να εντοπιστεί η παρθενογένεση σε οτιδήποτε άλλο πέραν της δογματικά θρησκευτικής σφαίρας. Αλλιώς, κάθε απόκλιση, από αυτό που νοείται ως κλίση, είναι πρωτοτυπία. Η παρατήρησή μου περί πρωτοτυπίας έγινε αφενός γιατί στη δομή της αισθητικής πρότασης της Αμπράμοβιτς ενδεχομένως να ανιχνεύεται η διάθεση για «πρωτοτυπία» και αφετέρου για την περίπτωση που ο θαυμασμός σου ανταποκρινόταν σε αυτή την διάθεση της Αμπράμοβιτς.
Ό,τι σου έγραψα ήταν από μνήμης από το βιβλίο του ιστορικού Κυριάκου Σιμόπουλου, ‘Βασανιστήρια και εξουσία’: (http://thebookstore.gr/product_info.php/cPath/48/products_id/32511?osCsid=e577fcd3d9d7bc280e2dc86f285cfb19), το οποίο δυστυχώς έχω χάσει.
Μου είχε κάνει και μένα τεράστια εντύπωση, όταν το διάβασα και το θεωρώ πολύ χρήσιμο βιβλίο. Υπάρχει ολόκληρη «κουλτούρα» του βασανισμού και του πόνου που έχει άμεση σχέση με την κάθε μορφή εξουσίας. Από την ερωτική/γονική έως την κοινωνική/πολιτική με ακρογωνιαίο λίθο φυσικά την έννοια της ιδιοκτησίας σε όλα τα επίπεδα. Ακόμα και στο επιστημονικό επίπεδο, μέσω της «ιδιοκτησίας της γνώσης». Η «βάσανος» εξάλλου, είναι η Λυδία λίθος, η φιλοσοφική πέτρα που δοκιμάζει τη «γνησιότητα» (άλλη έννοια-τσίρκο κι αυτή) των πάντων.
Μια ιδέα για την κουλτούρα που ελκύεται από τη βία (όχι με τη στενή έννοια της «κοινωνικής βίας» που όλοι την καταδικάζουν από τη μια και την ασκούν όπου μπορούν από την άλλη), είναι πως ίσως έχει να κάνει με τον εξοβελισμό του φόβου ή με την εκπαίδευση έναντι του φόβου.
Χάρηκα πολύ, πάντως, με την απάντησή σου. Από την στιγμή που αντιλαμβάνεσαι κάτι ως όμορφα βίαιο, τρυφερό, ανθρώπινο, άμεσο κι ενδεχομένως, αυτονόητο, δεν έχει κανείς να πει τίποτε επ’ αυτού, όπως ακριβώς δεν θα δεχόταν και ο ίδιος κριτική για το αυτονόητο του δικού του γούστου.
Στο Ιστολόγιο immanuel kant οι δυο πρόσφατες αναρτήσεις αφορούν τη σχέση της ηθικής φιλοσοφίας, της ψυχολογίας και του Μαρκήσιου ντε Σαντ. Ενδεχομένως να βρεις κάποιο ενδιαφέρον.
Σ’ ευχαριστώ πολύ.
Δημοσίευση σχολίου